ΟΡΙΣΜΟΣ
Πρόκειται για οξεία λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού που προκαλεί παροδική απόφραξη των μικρών αεραγωγών των πνευμόνων.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Συχνότερο αίτιο είναι ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV), η μετάδοση του οποίου γίνεται είτε άμεσα, μέσω των ρινικών εκκρίσεων, είτε έμμεσα με αερογενή διασπορά. Ακολουθούν οι ιοί της γρίπης, της παραγρίπης, οι αδενοϊοί, οι ρινοϊοί και το μυκόπλασμα της πνευμονίας.
Συχνότερα προσβάλλονται παιδιά έως 3 ετών, ενώ η λοίμωξη είναι σοβαρότερη όταν συμβαίνει σε βρέφη τους πρώτους 6 μήνες της ζωής τους. Η βρογχολίτιδα είναι συχνότερη σε βρέφη και σε νήπια από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, τα οποία εκτίθενται στο κάπνισμα, λαμβάνουν τεχνητή διατροφή, έχουν καθυστερήσει τους εμβολιασμούς ή είναι ανεμβολίαστα. Επιδημιολογικά, εξάρσεις παρατηρούνται τον χειμώνα και νωρίς την άνοιξη.
Διαφορική διάγνωση γίνεται από:
? Πνευμονία
? Ασθμα
? Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
? Ξένο σώμα
? Εισπνοή ή λήψη τοξικών ουσιών (χημικά, τοξίνες, καπνός)
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ
Βήχας, αρχικά ξηρός παροξυσμικός και ρινική συμφόρηση με παχύρρευστη πυώδη έκκριση. Στη συνέχεια προστίθενται ταχύπνοια, εισολκή των μεσοπλευρίων διαστημάτων/σφαγής, συριγμός και αναπέταση των ρινικών πτερυγίων. Η πυρετική κίνηση δεν είναι συχνή.
Από τη φυσική εξέταση διαπιστώνεται διάχυτη ελάττωση του αναπνευστικού ψιθυρίσματος, συρίττοντες και ει-σπνευστικοί λεπτοί υγροί ρόγχοι. Μπορεί να παρατηρηθεί, όχι συχνά, ταχυκαρδία και σε βαριές περιπτώσεις κυάνωση των ονύχων των άνω και κάτω άκρων και του βλεννογόνου της στοματικής κοιλότητας. Tο ήπαρ και ο σπλήνας συχνά ψηλαφώνται, ως αποτέλεσμα της κατάσπασης του διαφράγματος από τον υπεραερισμό των πνευμόνων.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
? Μέτρηση του ποσοστού κορεσμού της Hb σε Ο2 με παλμικό οξύμετρο
? Προσδιορισμός αερίων αρτηριακού αίματος και Ph (σε βαριές περιπτώσεις)
? Αμεση ταυτοποίηση του ιού με ανοσοφθορισμό ή ELISA
? Καλλιέργεια ρινικού εκκρίματος
ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΤΙΚΟΣ ΕΑΕΓΧΟΣ
? Ro θώρακος (υπεραερισμός, κατάσπαση διαφράγματος, τμηματικές ή υποτμηματικές ατελεκτασίες, προσβολή διαμέσου ιστού).
ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
1) Πνευμονία
2) Απνοια
Υψηλότερο ποσοστό επιπλοκών παρατηρείται σε παιδιά με:
α. Συγγενή καρδιοπάθεια
β. BPD (βρογχοπνευμονική δυσπλασία)
γ. Χρόνια πνευμονική νόσο
δ. Κυστική ίνωση
ε. Προωρότητα
στ. Ανοσοανεπάρκεια
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Τα περισσότερα βρέφη και νήπια δεν χρήζουν εισαγωγής (μόνο το 1 %-5% χρειάζονται νοσοκομειακή περίθαλψη).
Κριτήρια εισαγωγής βρογχιολίτιδας για το Νοσοκομείο είναι:
1) Πρόωρα βρέφη
2) Βρέφη < 3 μηνών
3) Σοβαρή γενική κατάσταση
4) Μείωση SpO2 < 95%
5) Απνοιες
6) Υποκείμενη νόσος (π.χ. BPD, συγγενή καρδιοπάθεια, κυστική ίνωση, ανοσοανεπάρκεια)
Η αντιμετώπιση ενός παιδιού με οξεία βρογχιολίτιδα απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση και υποστηρικτική θεραπεία. Η παρακολούθηση αποσκοπεί στη διαπίστωση της άπνοιας, της υποξίας και της κόπωσης των αναπνευστικών μυών. Η άπνοια είναι πιο συχνή στα βρέφη μικρότερα των 6 μηνών. Στα νεογνά και τα πρόωρα η άπνοια μπορεί να αποτελεί και το προβάλλον σύμπτωμα της νόσου.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2. ΔΟΣΕΙΣ ΡΑΚΕΜΙΚΗΣ ΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗΣ
0,1 ml + 3 ml NaCI 0,9% 0,15ml » » 0,2 ml » » 0,25ml »»
Συνιστάται:
1. Χορήγηση υγροποιημένου οξυγόνου, εάν SpO2 <95%, και παρακολούθηση της επάρκειας της οξύγόνωσης με παλμικό οξύμετρο.
2. Περιορισμός των χειρισμών στους απολύτως απαραίτητους (κίνδυνος κόπωσης του παιδιού).
3. Λήψη μικρών και συχνών γευμάτων. Επί αδυναμίας λήψης υγρών, σίτιση με ρινογαστρικό καθετήρα. Σε βαριές περιπτώσεις χορήγηση IV υγρών (προσοχή στην ποσότητα, διότι συχνά συνυπάρχει παράδοξη έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης).
4. Χορήγηση εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών και εκτίμηση της ανταπόκρισης. Η αποτελεσματικότητα τους στην οξεία βρογχιολίτιδα αμφισβητείται. Μόνο σε περίπτωση ανταπόκρισης συνιστάται η συνέχιση της χορήγησης τους.
α. Σαλβουταμόλη (Aerolin): Διάλυμα για νεφελο-ποίηση 5mg/ml.
Δόση: 0,02-0,03ml/kgBI/6oon + 3ml NaCI 0,9% σε εισπνοές μέσω νεφελοποιητή με παροχή Ο2 7lt/min.
β. Βρωμιούχο ιπρατρόπιο (Atrovent). Διάλυμα για νεφελοποίηση 250μg/2ml.
Δόση 1 -2ml +3ml NaCI 0,9% κάθε 6-8 ώρες (σε μικρά βρέφη 0,5 – 1 ml). Tο διάλυμα χορηγείται σε εισπνοή μέσω νεφελοποιητή με παροχή Ο2 7lt/min.
- Μπορεί να χορηγηθεί μόνο σαλβουταμόλη ή και τα δύο φάρμακα ταυτόχρονα ή διαδοχικά.
- Πριν και 30 min μετά τη χορήγηση εκτιμάται ο αριθμός των αναπνοών, των σφίξεων και το ποσοστό κορεσμού της Hb σε Ο2.
- Η δοκιμαστική χορήγηση αρχικά κατά το1 ο 24ωρο είναι αποδεκτή από τους περισσότερους ερευνητές. Η εκτίμηση της κλινικής απάντησης είναι κριτική για την απόφαση της συνέχισης ή της διακοπής της θεραπείας.
- Επί ανταπόκρισης συνιστάται η χορήγηση σαλ-βουταμόλης (ο αριθμός των δόσεων εξατομικεύεται ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου και την ηλικία του παιδιού) και βρωμιούχου ιπρατροπίου (όχι περισσότερο από 4 φορές το 24ωρο).
Στη βιβλιογραφία αναφέρεται και η χρησιμότητα της εισπνεόμενης αδρεναλίνης ή ρακεμικής επινεφρίνης με νεφελοποιητή για την αντιμετώπιση της βρογχιολίτιδας:
α. Κοινή αδρεναλίνη (amp 1 mg/ml, διάλυμα 1:1000) σε δόση 1 ml + 3ml NaCI 0,9%, σε βρέφη με βάρος <10kg.
β. Ρακεμική επινεφρίνη (Racepinephrine διάλυμα για νεφελοποίηση 2,25%-22,5 mg/ml, amp των 15 ml) σε δόσεις (πίνακας 2)
5. Αμινοφυλλίνη (Aminophylline amp:10ml/250mg) δίδεται μόνο σε περιπτώσεις άπνοιας (θεραπευτικά επίπεδα στο αίμα 5-10 pg/ml). Η φόρτιση με αμινο-φυλλίνη γίνεται με χορήγηση 4-5 mg/kg ΕΦ εντός 20min, εάν το βρέφος δεν ελάμβανε προηγουμένως το φάρμακο. Ακολουθεί η χορήγηση συνεχούς έγχυσης σε δόσεις που εξαρτώνται από την ηλικία. Συνιστάται η παρακολούθηση των επιπέδων του φαρμάκου και προσοχή στα συγχορηγούμενα φάρμακα, γιατί επηρεάζονται τα επίπεδα του.
Νεογνά 0,2 mg/kg ΒΣ/ώρα
Βρέφη 6 εβδ. – 6 μηνών 0,5mg/kgBΣ/ώpα
Βρέφη 6 μηνών -12 μηνών 0,6-0,7 mg/kgBΣ/ώpa
Παιδιά 1 έτους – 9 ετών 1-1,2mg/kgBΣ/ώpa
6. Κορτικοστεροειδή: Χορηγούμενα συστηματικά ή σε εισπνοές δεν έχουν θέση στην αντιμετώπιση της οξείας βρογχιολίτιδας βρεφών ή νηπίων που δεν ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Δεν έχει επιβεβαιωθεί η χρησιμότητα της πρεδνιζολόνης per os στην οξεία φάση της νόσου για την πρόληψη του με-τα-βρογχιολιτιδικού συριγμού. Η χρήση εισπνεόμενων στεροειδών μετά την οξεία φάση δεν φαίνεται να μειώνει τη νοσηρότητα που συχνά συνοδεύει τα παιδιά μετά το πρώτο επεισόδιο βρογχιολίτιδας.
7. Αντιβιοτικά δεν χορηγούνται, πλην των περιπτώσεων με βακτηριακή επιμόλυνση.
8. Η ριμπαβιρίνη (συνθετικό νουκλεοσίδιο) με δράση έναντι πολλών ιών (και έναντι του RSV) έχει συγκεκριμένες ενδείξεις (ασθενείς που χρήζουν μηχανίκης υποστήριξης της αναπνοής, πρόωρα μικρότερα των 6 εβδομάδων, παιδιά με BPD, με χρόνια πνευμονική νόσο, με συγγενή καρδιοπάθεια, με πνευμονική υπέρταση, με καρδιακή ανεπάρκεια κ.τ.λ.)-
Η δράση της έγκειται στο ότι βελτιώνει την οξυγόνωση, βραχύνει τη διάρκεια της νόσου, καθώς και την περίοδο της διασποράς του ίου.
Η δόση της είναι 6gr σε 300 ml στείρου Η2Ο και χορηγείται σε εισπνοές για 12-20 ώρες την ημέρα, για 3-7 ημέρες. Χρησιμοποιείται ειδικός νεφελοποιη-τής (SPAG). Η έναρξη της αγωγής πρέπει να γίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα (εφ’ όσον ενδείκνυται). Πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα από τους νοσηλευτές, λόγω των επιπτώσεων από την απορρόφηση του φαρμάκου στην υγεία τους.
9. Ειδική RSV ανοσοσφαιρίνη (RSV Immunoglobulin intravenous – RSV – IGIV.) Συνιστάται σε: 1) πρόωρα βρέφη με ηλικία κύησης 29-32 εβδομάδων μέχρι την ηλικία των 6 μηνών, 2) πρόωρα με ηλικία κύησης μικρότερη των 28 εβδομάδων μέχρι την ηλικία των 2 μηνών, 3) σε βρέφη και παιδιά με χρόνια πνευμονική νόσο (π.χ. BPD), τα οποία λαμβάνουν ή λάμβαναν οξυγόνο τους προηγούμενους 6 μήνες πριν την έξαρση του RSV.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ
Είναι πολύ καλή (αυτοϊώμενο νόσημα). Ο θάνατος είναι σπάνιος σε βρέφη/νήπια που δεν έχουν υποκείμενο νόσημα. Tο 40%-50% των προσβεβλημένων βρεφών μετά το πρώτο επεισόδιο βρογχιολίτιδας παρουσιάζει επαναλαμβανόμενα επεισόδια συρρίτουσας αναπνοής τα πρώτα 2-3 χρόνια της ζωής του. Μερικά θα αναπτύξουν άσθμα. Κάποια άλλα θα αναπτύξουν κάποιου βαθμού αναπνευστική δυσλειτουργία (μελλοντικά) στην παιδική ηλικία.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
- Τα περισσότερα βρέφη με οξεία βρογχιολίτιδα βελτιώνονται σε 3-5 ημέρες.
- Μικρό ποσοστό (1 -5%) χρήζει εισαγωγής στο νοσοκομείο.
- Βρέφη που χρειάζονται μηχανικό αερισμό παρουσιάζουν δυσκολία στην αποσωλήνωση λόγω εκκρίσεων και ατελεκτασιών.
- Βρέφη με βαριά νόσο που παρατείνεται ή υποτροπιάζει πρέπει να ελέγχονται για ινοκυστική νόσο και για ανεπάρκεια της χυμικής ή της κυτταρικής ανοσίας.
Στην οξεία φάση της νόσου προσοχή πρέπει να δίδεται για:
- Επικείμενη αναπνευστική ανεπάρκεια (κόπωση των αναπνευστικών μυών, εισολκές, υποξαιμία, αύξηση της PCO2, λήθαργο) και
- Ξαφνική επιδείνωση (δηλωτική ατελεκτασίας λόγω των βλεννωδών εκκρίσεων).
http://www.paidiatros.gr/index.php?cid=9&id=245&st=2
Πρόκειται για οξεία λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού που προκαλεί παροδική απόφραξη των μικρών αεραγωγών των πνευμόνων.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Συχνότερο αίτιο είναι ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV), η μετάδοση του οποίου γίνεται είτε άμεσα, μέσω των ρινικών εκκρίσεων, είτε έμμεσα με αερογενή διασπορά. Ακολουθούν οι ιοί της γρίπης, της παραγρίπης, οι αδενοϊοί, οι ρινοϊοί και το μυκόπλασμα της πνευμονίας.
Συχνότερα προσβάλλονται παιδιά έως 3 ετών, ενώ η λοίμωξη είναι σοβαρότερη όταν συμβαίνει σε βρέφη τους πρώτους 6 μήνες της ζωής τους. Η βρογχολίτιδα είναι συχνότερη σε βρέφη και σε νήπια από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, τα οποία εκτίθενται στο κάπνισμα, λαμβάνουν τεχνητή διατροφή, έχουν καθυστερήσει τους εμβολιασμούς ή είναι ανεμβολίαστα. Επιδημιολογικά, εξάρσεις παρατηρούνται τον χειμώνα και νωρίς την άνοιξη.
Διαφορική διάγνωση γίνεται από:
? Πνευμονία
? Ασθμα
? Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
? Ξένο σώμα
? Εισπνοή ή λήψη τοξικών ουσιών (χημικά, τοξίνες, καπνός)
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ
Βήχας, αρχικά ξηρός παροξυσμικός και ρινική συμφόρηση με παχύρρευστη πυώδη έκκριση. Στη συνέχεια προστίθενται ταχύπνοια, εισολκή των μεσοπλευρίων διαστημάτων/σφαγής, συριγμός και αναπέταση των ρινικών πτερυγίων. Η πυρετική κίνηση δεν είναι συχνή.
Από τη φυσική εξέταση διαπιστώνεται διάχυτη ελάττωση του αναπνευστικού ψιθυρίσματος, συρίττοντες και ει-σπνευστικοί λεπτοί υγροί ρόγχοι. Μπορεί να παρατηρηθεί, όχι συχνά, ταχυκαρδία και σε βαριές περιπτώσεις κυάνωση των ονύχων των άνω και κάτω άκρων και του βλεννογόνου της στοματικής κοιλότητας. Tο ήπαρ και ο σπλήνας συχνά ψηλαφώνται, ως αποτέλεσμα της κατάσπασης του διαφράγματος από τον υπεραερισμό των πνευμόνων.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
? Μέτρηση του ποσοστού κορεσμού της Hb σε Ο2 με παλμικό οξύμετρο
? Προσδιορισμός αερίων αρτηριακού αίματος και Ph (σε βαριές περιπτώσεις)
? Αμεση ταυτοποίηση του ιού με ανοσοφθορισμό ή ELISA
? Καλλιέργεια ρινικού εκκρίματος
ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΤΙΚΟΣ ΕΑΕΓΧΟΣ
? Ro θώρακος (υπεραερισμός, κατάσπαση διαφράγματος, τμηματικές ή υποτμηματικές ατελεκτασίες, προσβολή διαμέσου ιστού).
ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
1) Πνευμονία
2) Απνοια
Υψηλότερο ποσοστό επιπλοκών παρατηρείται σε παιδιά με:
α. Συγγενή καρδιοπάθεια
β. BPD (βρογχοπνευμονική δυσπλασία)
γ. Χρόνια πνευμονική νόσο
δ. Κυστική ίνωση
ε. Προωρότητα
στ. Ανοσοανεπάρκεια
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Τα περισσότερα βρέφη και νήπια δεν χρήζουν εισαγωγής (μόνο το 1 %-5% χρειάζονται νοσοκομειακή περίθαλψη).
Κριτήρια εισαγωγής βρογχιολίτιδας για το Νοσοκομείο είναι:
1) Πρόωρα βρέφη
2) Βρέφη < 3 μηνών
3) Σοβαρή γενική κατάσταση
4) Μείωση SpO2 < 95%
5) Απνοιες
6) Υποκείμενη νόσος (π.χ. BPD, συγγενή καρδιοπάθεια, κυστική ίνωση, ανοσοανεπάρκεια)
Η αντιμετώπιση ενός παιδιού με οξεία βρογχιολίτιδα απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση και υποστηρικτική θεραπεία. Η παρακολούθηση αποσκοπεί στη διαπίστωση της άπνοιας, της υποξίας και της κόπωσης των αναπνευστικών μυών. Η άπνοια είναι πιο συχνή στα βρέφη μικρότερα των 6 μηνών. Στα νεογνά και τα πρόωρα η άπνοια μπορεί να αποτελεί και το προβάλλον σύμπτωμα της νόσου.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2. ΔΟΣΕΙΣ ΡΑΚΕΜΙΚΗΣ ΕΠΙΝΕΦΡΙΝΗΣ
0,1 ml + 3 ml NaCI 0,9% 0,15ml » » 0,2 ml » » 0,25ml »»
Συνιστάται:
1. Χορήγηση υγροποιημένου οξυγόνου, εάν SpO2 <95%, και παρακολούθηση της επάρκειας της οξύγόνωσης με παλμικό οξύμετρο.
2. Περιορισμός των χειρισμών στους απολύτως απαραίτητους (κίνδυνος κόπωσης του παιδιού).
3. Λήψη μικρών και συχνών γευμάτων. Επί αδυναμίας λήψης υγρών, σίτιση με ρινογαστρικό καθετήρα. Σε βαριές περιπτώσεις χορήγηση IV υγρών (προσοχή στην ποσότητα, διότι συχνά συνυπάρχει παράδοξη έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης).
4. Χορήγηση εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών και εκτίμηση της ανταπόκρισης. Η αποτελεσματικότητα τους στην οξεία βρογχιολίτιδα αμφισβητείται. Μόνο σε περίπτωση ανταπόκρισης συνιστάται η συνέχιση της χορήγησης τους.
α. Σαλβουταμόλη (Aerolin): Διάλυμα για νεφελο-ποίηση 5mg/ml.
Δόση: 0,02-0,03ml/kgBI/6oon + 3ml NaCI 0,9% σε εισπνοές μέσω νεφελοποιητή με παροχή Ο2 7lt/min.
β. Βρωμιούχο ιπρατρόπιο (Atrovent). Διάλυμα για νεφελοποίηση 250μg/2ml.
Δόση 1 -2ml +3ml NaCI 0,9% κάθε 6-8 ώρες (σε μικρά βρέφη 0,5 – 1 ml). Tο διάλυμα χορηγείται σε εισπνοή μέσω νεφελοποιητή με παροχή Ο2 7lt/min.
- Μπορεί να χορηγηθεί μόνο σαλβουταμόλη ή και τα δύο φάρμακα ταυτόχρονα ή διαδοχικά.
- Πριν και 30 min μετά τη χορήγηση εκτιμάται ο αριθμός των αναπνοών, των σφίξεων και το ποσοστό κορεσμού της Hb σε Ο2.
- Η δοκιμαστική χορήγηση αρχικά κατά το1 ο 24ωρο είναι αποδεκτή από τους περισσότερους ερευνητές. Η εκτίμηση της κλινικής απάντησης είναι κριτική για την απόφαση της συνέχισης ή της διακοπής της θεραπείας.
- Επί ανταπόκρισης συνιστάται η χορήγηση σαλ-βουταμόλης (ο αριθμός των δόσεων εξατομικεύεται ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου και την ηλικία του παιδιού) και βρωμιούχου ιπρατροπίου (όχι περισσότερο από 4 φορές το 24ωρο).
Στη βιβλιογραφία αναφέρεται και η χρησιμότητα της εισπνεόμενης αδρεναλίνης ή ρακεμικής επινεφρίνης με νεφελοποιητή για την αντιμετώπιση της βρογχιολίτιδας:
α. Κοινή αδρεναλίνη (amp 1 mg/ml, διάλυμα 1:1000) σε δόση 1 ml + 3ml NaCI 0,9%, σε βρέφη με βάρος <10kg.
β. Ρακεμική επινεφρίνη (Racepinephrine διάλυμα για νεφελοποίηση 2,25%-22,5 mg/ml, amp των 15 ml) σε δόσεις (πίνακας 2)
5. Αμινοφυλλίνη (Aminophylline amp:10ml/250mg) δίδεται μόνο σε περιπτώσεις άπνοιας (θεραπευτικά επίπεδα στο αίμα 5-10 pg/ml). Η φόρτιση με αμινο-φυλλίνη γίνεται με χορήγηση 4-5 mg/kg ΕΦ εντός 20min, εάν το βρέφος δεν ελάμβανε προηγουμένως το φάρμακο. Ακολουθεί η χορήγηση συνεχούς έγχυσης σε δόσεις που εξαρτώνται από την ηλικία. Συνιστάται η παρακολούθηση των επιπέδων του φαρμάκου και προσοχή στα συγχορηγούμενα φάρμακα, γιατί επηρεάζονται τα επίπεδα του.
Νεογνά 0,2 mg/kg ΒΣ/ώρα
Βρέφη 6 εβδ. – 6 μηνών 0,5mg/kgBΣ/ώpα
Βρέφη 6 μηνών -12 μηνών 0,6-0,7 mg/kgBΣ/ώpa
Παιδιά 1 έτους – 9 ετών 1-1,2mg/kgBΣ/ώpa
6. Κορτικοστεροειδή: Χορηγούμενα συστηματικά ή σε εισπνοές δεν έχουν θέση στην αντιμετώπιση της οξείας βρογχιολίτιδας βρεφών ή νηπίων που δεν ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Δεν έχει επιβεβαιωθεί η χρησιμότητα της πρεδνιζολόνης per os στην οξεία φάση της νόσου για την πρόληψη του με-τα-βρογχιολιτιδικού συριγμού. Η χρήση εισπνεόμενων στεροειδών μετά την οξεία φάση δεν φαίνεται να μειώνει τη νοσηρότητα που συχνά συνοδεύει τα παιδιά μετά το πρώτο επεισόδιο βρογχιολίτιδας.
7. Αντιβιοτικά δεν χορηγούνται, πλην των περιπτώσεων με βακτηριακή επιμόλυνση.
8. Η ριμπαβιρίνη (συνθετικό νουκλεοσίδιο) με δράση έναντι πολλών ιών (και έναντι του RSV) έχει συγκεκριμένες ενδείξεις (ασθενείς που χρήζουν μηχανίκης υποστήριξης της αναπνοής, πρόωρα μικρότερα των 6 εβδομάδων, παιδιά με BPD, με χρόνια πνευμονική νόσο, με συγγενή καρδιοπάθεια, με πνευμονική υπέρταση, με καρδιακή ανεπάρκεια κ.τ.λ.)-
Η δράση της έγκειται στο ότι βελτιώνει την οξυγόνωση, βραχύνει τη διάρκεια της νόσου, καθώς και την περίοδο της διασποράς του ίου.
Η δόση της είναι 6gr σε 300 ml στείρου Η2Ο και χορηγείται σε εισπνοές για 12-20 ώρες την ημέρα, για 3-7 ημέρες. Χρησιμοποιείται ειδικός νεφελοποιη-τής (SPAG). Η έναρξη της αγωγής πρέπει να γίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα (εφ’ όσον ενδείκνυται). Πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα από τους νοσηλευτές, λόγω των επιπτώσεων από την απορρόφηση του φαρμάκου στην υγεία τους.
9. Ειδική RSV ανοσοσφαιρίνη (RSV Immunoglobulin intravenous – RSV – IGIV.) Συνιστάται σε: 1) πρόωρα βρέφη με ηλικία κύησης 29-32 εβδομάδων μέχρι την ηλικία των 6 μηνών, 2) πρόωρα με ηλικία κύησης μικρότερη των 28 εβδομάδων μέχρι την ηλικία των 2 μηνών, 3) σε βρέφη και παιδιά με χρόνια πνευμονική νόσο (π.χ. BPD), τα οποία λαμβάνουν ή λάμβαναν οξυγόνο τους προηγούμενους 6 μήνες πριν την έξαρση του RSV.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ
Είναι πολύ καλή (αυτοϊώμενο νόσημα). Ο θάνατος είναι σπάνιος σε βρέφη/νήπια που δεν έχουν υποκείμενο νόσημα. Tο 40%-50% των προσβεβλημένων βρεφών μετά το πρώτο επεισόδιο βρογχιολίτιδας παρουσιάζει επαναλαμβανόμενα επεισόδια συρρίτουσας αναπνοής τα πρώτα 2-3 χρόνια της ζωής του. Μερικά θα αναπτύξουν άσθμα. Κάποια άλλα θα αναπτύξουν κάποιου βαθμού αναπνευστική δυσλειτουργία (μελλοντικά) στην παιδική ηλικία.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
- Τα περισσότερα βρέφη με οξεία βρογχιολίτιδα βελτιώνονται σε 3-5 ημέρες.
- Μικρό ποσοστό (1 -5%) χρήζει εισαγωγής στο νοσοκομείο.
- Βρέφη που χρειάζονται μηχανικό αερισμό παρουσιάζουν δυσκολία στην αποσωλήνωση λόγω εκκρίσεων και ατελεκτασιών.
- Βρέφη με βαριά νόσο που παρατείνεται ή υποτροπιάζει πρέπει να ελέγχονται για ινοκυστική νόσο και για ανεπάρκεια της χυμικής ή της κυτταρικής ανοσίας.
Στην οξεία φάση της νόσου προσοχή πρέπει να δίδεται για:
- Επικείμενη αναπνευστική ανεπάρκεια (κόπωση των αναπνευστικών μυών, εισολκές, υποξαιμία, αύξηση της PCO2, λήθαργο) και
- Ξαφνική επιδείνωση (δηλωτική ατελεκτασίας λόγω των βλεννωδών εκκρίσεων).
http://www.paidiatros.gr/index.php?cid=9&id=245&st=2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου