Τετάρτη 18 Αυγούστου 2010

Τα βλαστοκύτταρα και η θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης

Στην Ελλάδα περίπου 10.000 άτομα πάσχουν από εγκεφαλική παράλυση. Το ποσοστό επί του γενικού πληθυσμού (1 στους 1.000) παραμένει ίδιο εδώ και πολλά χρόνια , χωρίς να έχει μειωθεί, παρ’ ότι θα περίμενε κανείς χάρη στην πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, η συχνότητα της να ήταν πολύ μικρότερη σήμερα.




Η εγκεφαλική παράλυση είναι μια γενικευμένη βλάβη του κεντρικού νευρικού συστήματος, η οποία εκδηλώνεται με καθυστέρηση της ανάπτυξης του παιδιού. Τα ποσοστά εμφάνισής της παραμένουν υψηλά , λόγω της βελτίωσης της περίθαλψης της εγκύου και του νεογνού, χάρη στην οποία διατηρούνται στη ζωή περισσότερα παιδιά.



Μία από τις συνήθεις αιτίες της εγκεφαλικής παράλυσης είναι η παρατεταμένη κακή οξυγόνωση του εγκεφάλου, λόγω επιπλοκών κατά τον τοκετό, η οποία οδηγεί σε νέκρωση των νευρικών κυττάρων και εκδηλώνεται με κινητικές διαταραχές και -σε κάποιες περιπτώσεις- και από διανοητική καθυστέρηση. Η σοβαρότητα της κατάστασης εξαρτάται κυρίως από τη διάρκεια της κακής οξυγόνωσης.



Η θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης περιορίζεται βασικά στη φυσιοθεραπεία, η οποία αποβλέπει στην όσο το δυνατόν καλύτερη φυσική κατάσταση των μυών. Η αποτελεσματικότερη θεραπεία θα ήταν η αναγέννηση των νευρικών κυττάρων, μιας και η καταστροφή τους είναι αυτή που οδηγεί στην εγκεφαλική παράλυση. Όλα τα όργανά μας διαθέτουν εφεδρείες αναγεννητικού υλικού με τη μορφή των βλαστικών κυττάρων, σε μερικά όμως από αυτά επιτυγχάνεται η ανάπλαση. Ο εγκέφαλος διαθέτει σε ορισμένες θέσεις νησίδες από βλαστοκύτταρα, τα οποία σε πειραματικές μελέτες δεν φαίνεται να μπορούν να κινητοποιηθούν και να φτάσουν στο σημείο της βλάβης για να προκαλέσουν την αναγέννηση. Συνεπώς το κλειδί στην αναγέννηση του νευρικού ιστού είναι η συγκέντρωση βλαστοκυττάρων στα σημεία της βλάβης.



Βλαστοκύτταρα και εγκέφαλος



Επιστήμονες από την Αιματολογική κλινική του Πανεπιστημίου Duke χορηγώντας βλαστοκύτταρα από το αίμα του ομφαλίου λώρου για τη θεραπεία αιματολογικών ασθενειών, διαπίστωσαν ότι ένα μέρος τους ανιχνεύεται μέσα στον εγκέφαλο των παιδιών. Η παρατήρηση αυτή είχε μεγάλη σημασία, διότι μέχρι σήμερα πιστεύαμε ότι ο εγκέφαλος είναι ένα όργανο αρκετά προστατευμένο και όχι εύκολα προσπελάσιμο.



Η χρήση των βλαστοκυττάρων για τη θεραπεία της εγκεφαλικής παράλύσης



Από το 2004 είναι γνωστό ότι το αίμα του πλακούντα περιέχει πολυδύναμα κύτταρα τα οποία μπορούν να μετατραπούν σε νευρικά κύτταρα. Με βάση αυτά τα δεδομένα , τα τελευταία 20 χρόνια, ξεκίνησαν οι πρώτες μελέτες για τη θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης σε παιδιά. Η μελέτη αυτή εγκρίθηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Υγείας των ΗΠΑ ( από τον οποίο και χρηματοδοτείται). Βασικό κριτήριο επιλογής κάποιου παιδιού με εγκεφαλική παράλυση για να μετάσχει σε αυτό το πρόγραμμα είναι να είναι ηλικίας έως τριών ετών και να διαθέτει δικά του κρυοσυντηρημένα βλαστοκύτταρα από το αίμα του πλακούντα.



Για την εγκεφαλική παράλυση η αλλογενής μεταμόσχευση δεν θεωρείται ασφαλής, λόγω του φόβου της εμφάνισης του συνδρόμου της χρόνιας απόρριψης, η οποία επιδεινώνει την ήδη υπολειπόμενη λειτουργία του εγκεφάλου. Η μικρή ηλικία θεωρείται σημαντικός παράγοντας επιτυχίας, δεδομένου ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η διάπλαση του εγκεφάλου και των νεύρων του, με αποτέλεσμα η αποκατάσταση να είναι πιο εύκολη.



Τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης αυτής ανακοινώθηκαν στο Mandelieu της Γαλλίας τον Οκτώβριο του 2008 στο πλαίσιο διεθνούς συνεδρίου για τις Κλινικές Χρήσεις του Αίματος του Πλακούντα από την αιματολόγο Kurtzberg, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Duke, και υπεύθυνη της μελέτης επί 120 παιδιών με εγκεφαλική παράλυση και 60 με δυσπλασίες του εγκεφάλου. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν σημαντική βελτίωση στην ομιλία, ήδη από το πρώτο τρίμηνο, την κινητικότητα των παιδιών, την επικοινωνία και την σπαστικότητα των μυών, τα οποία διαπιστώνονται μέσα στον πρώτο χρόνο. Η έγχυση των βλαστοκυττάρων σε όλα τα παιδιά έγινε με ασφάλεια και χωρίς καμία παρενέργεια.



Η εμπειρία από την παρακολούθηση του πρώτου παιδιού από την Ελλάδα, που πήρε τα βλαστοκύτταρά του πλακούντα του που η οικογένειά του είχε προνοήσει να φυλάξει έξι μήνες πριν, έδειξε σαφή βελτίωση της εικόνας του παιδιού, τόσο υποκειμενικά, σύμφωνα με όσα παρατήρησε η μητέρα, όσο και αντικειμενικά από τη βελτίωση της ομιλίας η οποία διαπιστώνεται με ειδικά τεστ, την ελάττωση της σπαστικότητας, όπως διαπίστωσε ο φυσιοθεραπευτής, τη διόρθωση του στραβισμού και το βάδισμα με μεγαλύτερη σταθερότητα. Η συμμετοχή του παιδιού στη ζωή της οικογένειας και η επικοινωνία του με το περιβάλλον είναι θεαματική, σύμφωνα με όλες τις διαπιστώσεις.



Άλλο ένα παιδί από την Ελλάδα με το ίδιο πρόβλημα, ηλικίας 2 ετών ήδη έχει πάρει τα βλαστοκύτταρα του ομφαλίου λώρου του στο Πανεπιστήμιο του Duke με ασφάλεια και χωρίς καμία παρενέργεια κατά τη χορήγηση. Είναι πολύ νωρίς ακόμα , όμως, για να αξιολογηθεί κάποιο αποτέλεσμα.



Σήμερα ο αριθμός των παιδιών που μετέχουν σε αυτή τη μελέτη είναι πολύ μεγαλύτερος. Τα παιδιά με την εγκεφαλική παράλυση έχουν καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα σε σχέση με τις δυσπλασίες.






Στην όλη αυτή διαδικασία, έχουν ιδιαίτερη σημασία οι ποιοτικοί έλεγχοι που γίνονται για την αξιολόγηση της συλλογής των βλαστοκυττάρων τα οποία στη συνέχεια θα χορηγηθούν ενδοφλέβια στον ασθενή και η ποσότητά τους. Στην αυτόλογη χρήση , ο μεγάλος αριθμός χορηγούμενων βλαστοκυττάρων δίνει και καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Γεώργιος Κολιάκος, αναπληρωτής καθηγητής, Πρόεδρος της Τράπεζας Αρχέγονων Κυττάρων του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, πρόεδρος BIOHELLENICA

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου